"Δεν είναι το μέγεθος των πράξεών μας που έχει σημασία, αλλά η ποσότητα της αγάπης που βάζουμε σε αυτές" Πλάτων

Ο Πλάτανος είναι ένα γραφικό χωριό, περίπου οκτακοσίων κατοίκων που βρίσκεται πολύ κοντά στην Αρχαία Ολυμπία...

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Αρχαίων Έργα




Ο Θρύλος Για Τον Γλαύκο
  
 Το 550 π.χ. ζούσε στη Λακεδαίμονα, κάποιος ο οποίος λεγόταν Γλαύκος υιός του Επικυδίδη. Αυτός ο άνθρωπος κατόρθωσε να γίνει σε όλα ο καλύτερος άνθρωπος και κυρίως απέκτησε τη φήμη, ότι ήταν ο τιμιότερος άνθρωπος από όλους όσους κατοικούσαν στη Λακεδαίμονα εκείνη την εποχή.

   Σ’ αυτόν, λέγεται, ότι συνέβη το εξής περιστατικό: Κάποιος από τη Μίλητο ήλθε στη Σπάρτη και ήθελε να του μιλήσει και του έκανε την εξής πρόταση «Είμαι Μιλήσιος και ήλθα Γλαύκε, διότι θέλω να επωφεληθώ από την τιμιότητά σου. Επειδή δηλαδή γινόταν πολύς λόγος για την τιμιότητά σου και σε όλη την άλλη Ελλάδα και ακόμη και στην Ιωνία, άρχισα να συλλογίζομαι, ότι η Ιωνία είναι ανέκαθεν εκτεθειμένη σε κινδύνους, ενώ η Πελοπόννησος είναι εντελώς εξασφαλισμένη, και δεύτερον, ότι ποτέ δε βλέπεις τα χρήματα να τα έχουν οι ίδιοι οι άνθρωποι. Αυτά λοιπόν έβαζα στο νου μου και το σκέφθηκα και το αποφάσισα τη μισή μου περιουσία να τη ρευστοποιήσω και να καταθέσω το χρήμα κοντά σου, επειδή είμαι βεβαιότατος, ότι κατατεθειμένα σε σένα θα μου είναι ασφαλή. Εσύ λοιπόν τώρα δέξου, σε παρακαλώ, τα χρήματα και επί πλέον πάρε και τούτα τα σύμβολα * και φύλαξέ τα. Και όποιος σου φέρει τα όμοια και ζητήσει τα χρήματα, εκείνου του τα δίνεις.» Αυτά μόνο του είπε ο ξένος που ήταν φερμένος από τη Μίλητο, και ο Γλαύκος δέχθηκε την παρακαταθήκη με τη συμφωνία που ανέφερα.
   Πέρασε πολύς καιρός και ήλθαν στη Σπάρτη τα παιδιά αυτού που είχε καταθέσει τα χρήματα, παρουσιάσθηκαν στο Γλαύκο, του έδειχναν τα σύμβολα και του ζητούσαν να τους επιστρέψει τα χρήματα. Αλλά αυτός τους έδιωχνε και ζητούσε να ξεφύγει με τις εξής προφάσεις «Ούτε τη θυμάμαι την υπόθεση αυτήν, και τίποτα απ’ αυτά που λέτε δε μου έρχεται στο νου, όμως είμαι διατεθειμένος, αν το θυμηθώ, να κάνω ότι είναι δίκαιο, δηλαδή εάν τα πήρα, να τα επιστρέψω σαν τίμιος άνθρωπος και αν πάλι δεν τα πήρα καθόλου, θα ενεργήσω σύμφωνα με Ελληνικούς νόμους**. Γι’ αυτό αναβάλω να σας δώσω την τελειωτική μου απόφαση τον τέταρτο μήνα από τούτον που έχουμε.»
   Οι Μιλήσιοι βέβαια έφυγαν καταστενοχωρημένοι με την ιδέα, ότι πάνε τα χρήματα, ο δε Γλαύκος επήγε στους Δελφούς, για να ζητήσει χρησμό από το Μαντείο. Όταν έκανε στο Μαντείο την ερώτηση, εάν παίρνοντας όρκο μπορούσε να καταχραστεί τα χρήματα, η Πυθία τον κεραυνοβολεί με τούτα τα λόγια: «Γλαύκε του Επικυδίδη, για την ώρα αυτό είναι πιο συμφέρον παίρνοντας όρκο να νικήσεις και να καταχραστείς τα χρήματα, ορκίσου, αφού φυσικά και τον άνθρωπο που κρατεί τον όρκο του τον περιμένει ο θάνατος. Αλλά ο όρκος έχει ένα παιδί, που δεν έχει όνομα, ούτε χέρια, ούτε πόδια, αλλά είναι ταχύς και κυνηγάει τον άνθρωπο, ως που ν’ αρπάξει και να σαρώσει τη γενιά του όλη και όλο του το σπίτι. Του ανθρώπου όμως που κρατεί τον όρκο του η γενεά η κατοπινή είναι ευτυχέστερη.»
   Σαν τ’ άκουσε αυτά ο Γλαύκος, παρακαλούσε το θεό να τον συγχωρήσει γι’ αυτό που είπε, όμως η Πυθία του απάντησε, ότι το να θέλει απλώς να δοκιμάσει το θεό και να εκτελέσει την πράξη την ίδια βαρύτητα έχουν. Όπου λοιπόν ο Γλαύκος έστειλε και κάλεσε τους Μιλησίους και τους επιστρέφει τα χρήματά τους.

ΗΡΟΔΟΤΟΣ «ΜΟΥΣΑΙ»

*«Σύμβολα» εδώ είναι είδος μάρκας, για να αποδειχθεί η γενομένη συμφωνία, π.χ. τα δύο μισά ενός νομίσματος που το έκοψαν στα δύο.
**Τα κοινά έθιμα των Ελλήνων που τα παραδεχόταν και η Σπάρτη και οι Ίωνες, ο Γλαύκος δηλαδή θα ορκισθεί επισήμως, ότι δεν έλαβε ποτέ τα χρήματα αυτά. Ακριβώς για τον όρκο αυτόν, μεταβαίνει ο Γλαύκος να συμβουλευθεί το Μαντείο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου