Η προγεννητική ανάγνωση του εμβρυακού DNA -και μάλιστα με μη επεμβατικό τρόπο- ανοίγει το δρόμο, ώστε μελλοντικά οι γιατροί να μαθαίνουν έγκαιρα αν το έμβρυο έχει κάποια από τις πιθανές χιλιάδες γενετικές ανωμαλίες που προκαλούνται από μεταλλάξεις των γονιδίων.
Η ανάγνωση του γενετικού υλικού του παιδιού κατέστη εφικτή, επειδή κατά την εγκυμοσύνη, τμήματα από το εμβρυακό DNA μεταφέρονται στο πλάσμα του αίματος της μητέρας. Έτσι, αντί να ληφθεί με επεμβατική τεχνική απευθείας ένα δείγμα DNA από τον ιστό του πλακούντα ή από το αμνιακό υγρό (μέσω αμνιοκέντησης που ενέχει κινδύνους αποβολής σε ποσοστό 1%), ώστε να γίνει έλεγχος για συγκεκριμένες μόνο διαταραχές όπως το σύνδρομο Ντάουν, είναι πλέον δυνατό να αξιοποιηθούν τα ίχνη του εμβρυικού DNA στο πλάσμα του μητρικού αίματος (δηλαδή στο αίμα χωρίς τα κύτταρα).
ANT1