"Δεν είναι το μέγεθος των πράξεών μας που έχει σημασία, αλλά η ποσότητα της αγάπης που βάζουμε σε αυτές" Πλάτων

Ο Πλάτανος είναι ένα γραφικό χωριό, περίπου οκτακοσίων κατοίκων που βρίσκεται πολύ κοντά στην Αρχαία Ολυμπία...

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

Η ΑΡΕΤΗ ΚΑΙ Η ΚΑΚΙΑ




Ο Πρόδικος, σοφιστής από την Ιουλία της Κέας (Τζιά), στο σύγγραμμά του περί Ηρακλέους εκφράζει τη γνώμη του για την αρετή.

Λέει δηλαδή ότι ο Ηρακλής, καθώς μετέβαινε από την παιδική ηλικία στην εφηβική, κατά την  οποία οι νέοι ενώ γίνονται αυτεξούσιοι , αποφασίζουν ποιον δρόμο θα πάρουν στη ζωή τους, της αρετής ή της κακίας, βρέθηκε σε έναν ήσυχο τόπο και αφού κάθισε απορούσε ποιον από τους δύο δρόμους να ακολουθήσει.


Τότε του φάνηκε ότι τον πλησίασαν δύο γυναίκες ψηλές, η μεν μία με ωραίο πρόσωπο, με ευγένεια, με καθαρό σώμα, με ντροπή στα μάτια, ήταν το παράστημά της με σωφροσύνη, με μια λευκή εσθήτα, η δε άλλη παχύσαρκη και μαλθακή, καλλωπισμένη με τέτοιο τρόπο ώστε το μεν χρώμα να φαίνεται πιο λευκό και πιο κόκκινο απ’ ότι είναι στην πραγματικότητα, το δε παράστημα να φαίνεται ψηλότερο από το φυσικό. Το φόρεμά της ήταν τέτοιο ώστε να δείχνει το νεανικό κάλλος της. Παρατηρούσε συχνά τον εαυτό της με προσοχή, παρατηρούσε και τριγύρω αν κάποιος την έβλεπε και πολλές φορές έριχνε το βλέμμα στη σκιά της.

Μόλις έφθασαν κοντά στον Ηρακλή, η μεν πρώτη βάδιζε με το ίδιο ήσυχο και συνεσταλμένο βήμα, η δε άλλη, θέλοντας να την προφτάσει, κατευθύνθηκε τρέχοντας προς τον Ηρακλή και του είπε:
«Σε βλέπω Ηρακλή να απορείς ποιο δρόμο της ζωής να ακολουθήσεις. Εάν κάνεις εμένα φίλη και με ακολουθήσεις, εγώ θα σε οδηγήσω μέσω του πιο ευχάριστου και εύκολου δρόμου και όλες μεν τις ηδονές θα απολαύσεις, θα περάσεις δε τη ζωή σου χωρίς να δοκιμάσεις τίποτε δυσάρεστο.
Πρώτα μεν δηλαδή δε θα φροντίζεις περί πολέμων ούτε περί ενοχλητικών πράξεων, αλλά θα περάσεις τη ζωή σου εξετάζοντας τι ευχάριστο φαγητό ή ποτό μπορείς να βρεις ή τι να δεις ή να ακούσεις ώστε να ευχαριστηθείς ή που μυρίζοντας ή αγγίζοντας ή συνάπτοντας όποιες θέλεις ερωτικές σχέσεις για την ευχαρίστησή σου και με ποιο τρόπο να κοιμάσαι άνετα και πως με τον ελάχιστο κόπο να απολαύσεις όλα αυτά.

Εάν δε ποτέ γεννηθεί υπόνοια ελλείψεως των μέσων, μέσω των οποίων θα μπορείς να εξασφαλίζεις αυτές τις απολαύσεις, δεν πρέπει να φοβάσαι μήπως σε οδηγήσω στο να τις κατακτάς καταπονώντας και ταλαιπωρώντας το σώμα σου και την ψυχή σου, αλλά θα χρησιμοποιήσεις εσύ αυτά τα οποία οι άλλοι όλοι οι εργαζόμενοι παράγουν. Γιατί εγώ παρέχω στους οπαδούς μου το δικαίωμα να ωφελούνται από παντού.»

Και ο Ηρακλής αφού άκουσε αυτά είπε: «Γυναίκα, ποιο είναι το όνομά σου;»
Αυτή είπε: «Οι μεν δικοί μου φίλοι με ονομάζουν Ευδαιμονία, οι δε εχθροί μου, δυσφημίζοντάς με, με ονομάζουν Κακία».

Και εν τω μεταξύ αφού πλησίασε η άλλη γυναίκα είπε:
«Και εγώ έχω έρθει σε σένα Ηρακλή, αφού γνωρίζω τους γονείς σου και έχω μάθει καλά την αγαθή φύση σου λόγω της ανατροφής σου, εκ των οποίων ελπίζω ότι, αν ήθελες να περπατήσεις το δρόμο που οδηγεί σ’ εμένα, θα γίνεις πολύ καλός εργάτης των καλών και σπουδαίων έργων και εγώ θα φανώ ακόμη περισσότερο εντιμότερη και επιφανέστερη για τις αγαθές πράξεις σου.
Δε θα σε εξαπατήσω με προοίμια ηδονής, αλλά θα σου διηγηθώ αληθινά πως έχουν αυτά τα πράγματα, όπως ακριβώς τα διέθεσαν αυτά οι θεοί. Από τα υπάρχοντα δηλαδή αγαθά πράγματα, τίποτα χωρίς κόπο και επιμέλεια οι θεοί δεν δίνουν στους ανθρώπους, αλλά είτε θέλεις να είναι οι θεοί καλοί μαζί σου, πρέπει να τους φροντίζεις, είτε θέλεις να σε αγαπούν οι φίλοι σου, πρέπει να ευεργετείς τους φίλους σου, είτε επιθυμείς κάποια πόλη να σε τιμά, πρέπει να ωφελείς αυτήν την πόλη, είτε η Ελλάδα όλη απαιτείς να σε θαυμάζει για την αρετή σου, πρέπει να προσπαθείς να ευεργετείς την Ελλάδα, είτε θέλεις η γη να σου παρέχει άφθονους καρπούς, πρέπει να φροντίζεις τη γη, είτε νομίζεις ότι με ζώα πρέπει να πλουτίσεις, πρέπει να φροντίζεις τα ζώα, είτε με πόλεμο έχεις επιθυμία να μεγαλώσεις και θέλεις και τους φίλους να ελευθερώνεις και τους εχθρούς να νικάς, πρέπει τις πολεμικές τέχνες και θεωρητικά με τους αρμόδιους δασκάλους να μάθεις και πρακτικά στη χρήση τους να ασκηθείς. Εάν δε και στο σώμα θέλεις να είσαι δυνατός, πρέπει να συνηθίσεις το σώμα να υπακούει στο νου σου και να το γυμνάζεις με κόπους και με ιδρώτα».

Και η κακία πήρε το λόγο και είπε: «Καταλαβαίνεις Ηρακλή, πόσο μεγάλος και δύσκολος είναι ο δρόμος ο οποίος οδηγεί στην ευδαιμονία, όπως σου λέει αυτή η γυναίκα, εγώ όμως θα σε οδηγήσω στην ευδαιμονία από δρόμο εύκολο και μικρό».

Και η Αρετή είπε: «Ω άθλια, και τι αγαθό έχεις εσύ; Ή ποιά ηδονή γνωρίζεις εσύ, η οποία δε θέλεις να καταβάλεις κανένα κόπο για τις ηδονές, εσύ η οποία ούτε την επιθυμία των ηδονών περιμένεις, αλλά χορταίνεις από όλα αυτά προτού τα επιθυμήσεις, αφού τρως μεν πριν να πεινάσεις, πίνεις δε πριν διψάσεις, βρίσκεις μαγείρους για να φας καλά, για να πιείς ευχάριστα προμηθεύεσαι και πολυτελή κρασιά και περιτριγυρίζοντας αναζητάς χιόνι το καλοκαίρι, για να κοιμηθείς ευχάριστα, όχι μόνο τα στρώματα, αλλά και τα κρεβάτια τα φτιάχνεις μαλακά γιατί όχι επειδή είσαι κουρασμένη, αλλά επειδή δεν έχεις τι να κάνεις, επιθυμείς τον ύπνο. Τις δε σωματικές ηδονές, προτού αισθανθείς την ανάγκη τους, εκβιάζεις, μηχανευόμενη τα πάντα και ως γυναίκες τους άνδρες μεταχειρίζεσαι. Γιατί έτσι διδάσκεις τους φίλους σου, τη μεν νύχτα να κάνουν ακολασίες, τη δε ημέρα να κοιμούνται.

Και ενώ είσαι αθάνατη, είσαι παραπεταμένη από τους θεούς, και οι αγαθοί άνθρωποι σε περιφρονούν. Το γλυκύτατο δε από όλα τα ακούσματα, τον έπαινό σου, δεν έχεις ακούσει, και δεν είδες ποτέ το πιο γλυκό θέαμα από όλα, ποτέ δηλαδή δεν έχεις δει δικό σου έργο καλό.

Ποιος άραγε θα σε πιστέψει όταν μιλάς; Ποιος θα σε βοηθήσει όταν έχεις την ανάγκη κάποιου; Ή ποιος φρόνιμος άνθρωπος θα τολμήσει να γίνει οπαδός σου, οι οποίοι οπαδοί σου όταν είναι νέοι είναι αδύνατοι στο σώμα, όταν δε γίνουν μεγάλοι στην ηλικία είναι ανόητοι στην ψυχή τους, παχύσαρκοι μεν, γιατί χωρίς κόπο τρέφονται στη νεότητα, αδύναμοι γιατί περνούν τα γηρατειά τους με πόνους, γεμάτοι ντροπή για αυτά που έκαναν όταν ήταν νέοι, επιβαρυμένοι και με αυτά που έκαναν κατά το γήρας, και αφού περνούν τη νεότητά τους γευόμενοι όλες τις ηδονές αφήνουν τα δυσάρεστα για τα γηρατειά τους;

Εγώ μεν έχω σχέσεις με τους θεούς, έχω δε σχέσεις με τους αγαθούς ανθρώπους, έργο δε καλό ούτε θείο, αλλά ούτε και ανθρώπινο γίνεται χωρίς εμένα. Με τιμούν περισσότερο από κάθε άλλον οι θεοί και οι άνθρωποι, από τους οποίους αρμόζει να με τιμούν, αγαπητή βοηθός στους τεχνίτες, πιστή φύλακας των σπιτιών στους οικοδεσπότες, ευμενής συμβοηθός στους δούλους, καλή συνεργάτης των ειρηνικών κόπων, ασφαλής σύμμαχος των πολεμικών έργων, άριστη δε κοινωνός της φιλίας.
Υπάρχει στους δικούς μου φίλους γλυκιά και αμέριμνη απόλαυση φαγητών και ποτών γιατί περιμένουν μέχρι να τα επιθυμήσουν αυτά, ο δε ύπνος είναι σε αυτούς πιο γλυκός παρά σε αυτούς που δεν κοπιάζουν και ούτε αφήνοντας αυτόν λυπούνται, ούτε χάριν αυτού παραλείπουν όσα οφείλουν να κάνουν. Και οι μεν νέοι χαίρονται να τους επαινούν οι μεγαλύτεροι, οι δε μεγαλύτεροι ευχαριστούνται να τους τιμούν οι νέοι. Και με ευαρέσκεια θυμούνται τις παλιές τους πράξεις, ευχαριστούνται δε με τις πράξεις που κάνουν στην τωρινή ηλικία τους λόγω εμένα, είναι φίλοι στους θεούς, αγαπητοί στους φίλους, έντιμοι στις πατρίδες τους.

Όταν φθάσει το μοιραίο τέλος, δεν βρίσκονται στον τάφο χωρίς τιμές λησμονημένοι, αλλά μνημονεύονται στους αιώνες των αιώνων από τους ανθρώπους και εξακολουθούν να ζουν στα τραγούδια τους.

Αυτά, ω γιέ αγαθών γονέων Ηρακλή, εάν τα κάνεις κοπιάζοντας, μπορείς να αποκτήσεις την πιο μεγάλη αξία, την ευδαιμονία».

Και αφού άκουσε αυτά ο Ηρακλής, βάδισε στο δρόμο της αρετής.

Βιβλιογραφία: Ξενοφώντος «Απομνημονεύματα»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου